Μαρία Στασινοπούλου: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

2018-07-30 12:12

Μαρία Στασινοπούλου: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Η Μαρία Στασινοπούλου γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως. Εργάστηκε ως φιλόλογος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Ασχολείται με τη μελέτη και την κριτική της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Έχει εκδώσει τα βιβλία: Χρονολόγιο-Εργοβιογραφία Γιώργου Σεφέρη (Μεταίχμιο 2000), Πίσω από τις γραμμές. Σελίδες κριτικής (University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2005), Κυρία, με θυμάστε; (Κίχλη 2010). Σε συνεργασία με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο: Ο βίος και το έργο του Κ.Π. Καβάφη (Μεταίχμιο 2002, νέα συμπληρωμένη έκδοση 2013) και Κ.Π. Καβάφης, Ποιήματα. Επιλογή (Μεταίχμιο 2003). Έχει επιμεληθεί την έκδοση του τρίτομου Κοινού λόγου της Έλλης Παπαδημητρίου (Ερμής 2003) και του δεύτερου τόμου της Αλληλογραφίας Μαρώς και Γιώργου Σεφέρη (Ίκαρος 2005). Γράφει κριτική βιβλίου στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης Εντευκτήριο και στην αθηναϊκή Εφημερίδα των Συντακτών. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Το βιβλίο της Χαμηλή βλάστηση: θάμνοι, πόες και μπονσάι, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Κίχλη, είναι η αφορμή της συνομιλίας μας.

Χαμηλή βλάστηση ο τίτλος του βιβλίου σας, με υπότιτλο: Θάμνοι, πόες και μπονσάι. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;

Ο τίτλος Χαμηλή βλάστηση παραπέμπει στην απλότητα των περιστατικών της καθημερινότητας που έχουν τραβήξει την προσοχή μου. Στιγμιότυπα φαινομενικώς ασήμαντα, στο βάθος των οποίων όμως επεδίωξα πάντα να υπάρχει ένας πυρήνας, που ενδιαφέρει περισσότερους ανθρώπους. Όσο για τον υπότιτλο, Θάμνοι, πόες και μπονσάι, αναφέρεται στην έκταση των κειμένων: μεγαλύτερα, μεσαία και μικρά. Από τις τρεις λέξεις μόνον το μπονσάι αποτελεί ειδολογικό προσδιορισμό· αυτό με οδήγησε να ονοματίσω μεταφορικά τις δύο άλλες ενότητες, θάμνους και πόες.

Τα κείμενά σας, μικρά και μεγαλύτερα, έχουν γραφτεί σε βάθος χρόνου ή πρόσφατα;

Σίγουρα έχουν γραφτεί σε άτακτα και διάφορα χρονικά διαστήματα, όπως επίσης έχουν δουλευτεί και αναδιαμορφωθεί αμέτρητες φορές. Ορισμένα αποτελούν ενότητες εσωτερικές, που τις συνδέει ο ίδιος, συγκεκριμένος τόπος και χρόνος.

Το χιούμορ και η ειρωνεία είναι όπλα άμυνας και ασκήσεις αντοχής.

Πολλά κείμενά σας θα μπορούσαν να γίνουν μικρά διηγήματα ή και μυθιστορήματα. Γιατί επιλέγετε τη μικρή φόρμα;

Κάποια θα έλεγα ότι είναι ήδη διηγήματα. Για τα άλλα θα προτιμούσα τον όρο «πεζογραφήματα», που χρησιμοποίησε ο Γιώργος Ιωάννου, ή αφηγήματα. Όσο για τη μικρή φόρμα θεωρώ ότι είναι ακαριαία και περιεκτική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι εύκολη, και μου ταιριάζει ιδιοσυγκρασιακά.

Πόσο ελκυστικό αλλά και πόσο δύσκολο είναι να συμπυκνώσει ένας συγγραφέας νοήματα και σκέψεις;

Έχω την αίσθηση ότι η προηγούμενη απάντηση καλύπτει εν μέρει και αυτήν. Τώρα το πόσο ελκυστικό είναι, νομίζω ότι αφορά περισσότερο το αποτέλεσμα, εννοώ τον τρόπο που το εισπράττει ο αναγνώστης, όχι τη διαδικασία έμπνευσης και γραφής. Την πύκνωση και τη συμπύκνωση, όποιος γράφει, την καταφέρνει ύστερα από μακρά άσκηση· δεν γίνεται να την πετύχει από τη μία μέρα στην άλλη.

Αρκετά κείμενά σας έχουν ως αντικείμενο τον χρόνο που περνά και τον θάνατο…

Μα ο χρόνος και ο θάνατος είναι οι έννοιες που κυκλώνουν τους ανθρώπους πέρα από κάποια ηλικία. Ας πούμε, μετά τα εξήντα. Η φθορά, συνάρτηση του χρόνου, είναι αισθητή και καθόλου ευχάριστη και οι άνθρωποι γύρω μας όλο λιγοστεύουν. Είναι καταφυγή η τέχνη, για όσους το μπορούν. Ας θυμηθούμε τον Αλεξανδρινό ποιητή: «Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου/ είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι […]/ Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως,/ που κάμνουνε –για λίγο– να μη νιώθεται η πληγή». «Ο θάνατος είναι κάτι που γίνεται» εξάλλου, λέει ο Σεφέρης, και κανείς δεν μπορεί να τον αποφύγει. Με έχει βασανίσει πολύ το πώς βιώνουν τον θάνατο αυτοί που μένουν πίσω.

Το λεπτό και πικρό χιούμορ είναι επίσης στοιχείο που η δική μου ανάγνωση εντόπισε. Θέλετε να σχολιάσετε;

Το χιούμορ και η ειρωνεία είναι όπλα άμυνας και ασκήσεις αντοχής. Άποψή μου ότι αποτελεί «κληρονομικό χάρισμα» που διακρίνει τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς μας. Και στις πιο δύσκολες στιγμές βρίσκουμε τρόπους να ξεφύγουμε, υπονομεύοντας τα δυσάρεστα και γελώντας. Στα κείμενά μου πράγματι η διάθεση της οπτικής γωνίας αλλά και της γραφής είναι συχνά ειρωνική ή χιουμοριστική και κάποτε ερωτοτροπεί με το ανέκδοτο. Ήθελα κατά κάποιον τρόπο να ορίσω ή να διακωμωδήσω συνθήκες του σύγχρονου βίου.

Στην περίπτωσή μου, δεν θα το ονόμαζα νοσταλγία. Απλώς ελέγχω την αντοχή της μνήμης και ψάχνω τα χνάρια της πορείας που με έκαναν να βρω τους δρόμους μου.

Ποιο στοιχείο είναι εκείνο που μας κάνει μεγαλώνοντας να αντιμετωπίζουμε με νοσταλγία ακόμα και στιγμές που όταν τις βιώναμε δεν ήταν και οι πιο ευτυχισμένες της ζωής μας;

Στην περίπτωσή μου, δεν θα το ονόμαζα νοσταλγία. Απλώς ελέγχω την αντοχή της μνήμης και ψάχνω τα χνάρια της πορείας που με έκαναν να βρω τους δρόμους μου. Αυτά δεν μπορεί να είναι παρά και ευχάριστα και δυσάρεστα.

Ποια αξία θεωρείτε αδιαπραγμάτευτη;

Αν μιλάμε για συνθήκη ζωής, θα έλεγα τη φιλία. Αν αναφερόμαστε σε κανονιστικές αξίες συνύπαρξης και διαχείρισης ανθρώπινων σχέσεων, θα έλεγα ισοδύναμα τη δικαιοσύνη και την ειλικρίνεια.

Ποιο/α βιβλία από πρόσφατες ή και παλαιότερες εκδόσεις καθόρισαν τη δική σας συγγραφική πορεία;

Δεν θα αναφέρω συγκεκριμένα βιβλία. Θα πω μόνον ότι ως πρότυπο υπάρχουν διαβάσματα και συγγραφείς των οποίων η ιδιαίτερη ματιά, σε κάποια βιβλία τους, με έχει γοητεύσει κατά καιρούς. Αναφέρω ενδεικτικά τον Μπρεχτ και τον Μπέκετ, τον Σβομπ και τον Μπέρχαρντ, τον Τσέχοφ και τον Μπόρχες, τον Ματσόουρεκ και τον Ζάρκο Πετάν. Τελευταία σκάλωσα και στον Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας, Αυτό εδώ είναι νερό: Μερικές σκέψεις για μια ζωή [μτφρ. Κώστας Καλτσάς, Εκδόσεις Κριτική 2015], ένα βιβλίο γεμάτο συμπόνια για τον συνάνθρωπο, του οποίου μία φράση θα μπορούσε να προσδιορίσει το είδος των ιστοριών που προσπάθησα να συγκεντρώσω. Λέει λοιπόν ο Ουάλας: «Η αφήγηση τέτοιων ιστοριών [με παραβολικό χαρακτήρα] είναι εντέλει από τις πιο υποφερτές και λιγότερο ανούσιες». Όσο για τους Έλληνες συγγραφείς με τους οποίους νιώθω συγγένεια, είναι πολλοί και ετερόκλητοι· διαφορετική η συνδρομή καθενός στη δική μου απόπειρα: Από τον Αίσωπο και τον Λουκιανό, την Παλατινή Ανθολογία, τον Ροΐδη, τον Βιζυηνό και τον Λασκαράτο μέχρι τον Σκαρίμπα, τον Τσιφόρο και τον Μποστ, για να μνημονεύσω μόνον τους παλαιότερους.

Ασχολείστε με κάτι καινούργιο αυτόν τον καιρό;

Όταν έχεις το σαράκι ή το «ψώνιο» της γραφής, όλο και κάτι σκαρώνεις. Τα μπονσάι, κυρίως, συνεχώς εμπλουτίζονται. Επίσης, με απασχολεί μία σειρά κειμένων που θα αναφέρονται σε κορυφαίες εμπειρίες, όπως για παράδειγμα το θρόισμα από ένα κοπάδι ελαφιών, νύχτα στο δάσος του Princeton ή η αίσθηση από τους Καταρράκτες του Νιαγάρα, μπροστά στο φως του ήλιου και πίσω στις πηγές τους. Τέλος, προχωράμε μαζί με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο το Χρονολόγιο-Εργογραφία του Μανόλη Αναγνωστάκη, που βρίσκεται σε καταληκτικό στάδιο.

 

Χαμηλή βλάστηση
Θάμνοι, πόες και μπονσάι
Μαρία Στασινοπούλου
Κίχλη
120 σελ.
ISBN 978-618-5004-71-2
Τιμή € 10,00
001 patakis eshop