«Foxcatcher» από το Cine-Δράση: Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ των Καννών (2014) Τετάρτη 17 Μαΐου, 8:15μμ, ΤΥΠΕΤ

2016-05-16 17:14

To «Foxcatcher» είναι μια συγκινητική ιστορία, ένα ψυχολογικό, κοινωνικό βιογραφικό δράμα στο οποίο ο Bennett Miller («Capote» και «Maneyball») αφηγείται αριστουργηματικά μεγάλα κοινωνικά ζητήματα μέσα από πορτραίτα αληθινών ανθρώπων.

Μια συναρπαστική παραβολή για ενδιαφέροντα, πολύπλοκα και πρόσφορα για σκέψη θέματα όπως το χρήμα, η πάλη των εχόντων με τους μη έχοντες, η εμμονή της Αμερικής με την επιτυχία και η ιδεολογία που συστηματικά χτίζεται γύρω από την «ισοπεδωτική αποτυχία» της δεύτερης θέσης, η βασανιστική ανάγκη να υπακούς στην νόρμα, η θλίψη και η ματαιότητα, ο τρόπος που τα καταπιεσμένα ένστικτα δηλητηριάζουν την ζωή, η κοινωνικά ορισμένη κατάσταση των φύλων, ο λαβύρινθος των ανθρώπινων σχέσεων, η αδερφική αγάπη, η τυφλή πίστη, η διαφθορά που συνοδεύει τη δύναμη και τον πλούτο. Είναι η διήγηση ενός εφήμερου success story, μια σκληρή κριτική στο αμερικάνικο όνειρο και την ίδια την Αμερική, τη χώρα όπου κυριαρχεί η χειραγώγηση, τα όπλα (όποιος έχει πολλά λεφτά μπορεί να αποκτήσει ένα πλήρως εξοπλισμένο άρμα μάχης), η βία και η καταστολή της εξουσίας που στηρίζεται σε ψευτοπατριωτισμούς, μόνο και μόνο για να κρύψει το πόσο τυραννική είναι.

Το σενάριο διηγείται την αληθινή ιστορία των αδερφών Ντέιβ και Μαρκ Σουλτς χρυσών ολυμπιονικών της ελληνορωμαϊκής πάλης στους Ολυμπιακούς του 1984. Τα δύο αδέλφια μεγαλωμένα από μικρά χωρίς γονείς και χωρίς σταθερή οικογένεια, δεν έχουν μια τυπική αδελφική σχέση. Είναι βαθιά, σε βαθμό εξάρτησης, συνδεδεμένα και παρά το γεγονός ότι ο Ντέιβ είναι ελάχιστα μεγαλύτερος από τον Μαρκ ο πρώτος αναλαμβάνει ένα πατρικό ρόλο για τον δεύτερο. Ο Μαρκ, αφελής και ασταθής χαρακτήρας, έχει τρομερή αγάπη για τον αδερφό του, τον βλέπει ως μέντορα και προστάτη, συνάδελφο και προπονητή στην πάλη. Σε αυτόν καταφεύγει για ψυχολογική και συναισθηματική υποστήριξη. Ταυτόχρονα τον ζηλεύει παθολογικά, η ζήλια του αυξάνεται με τα χρόνια, ενώ η όλη του εξάρτηση τον εμποδίζει να έχει δική του ζωή, δική του καριέρα και δικό του σεβασμό από τον κόσμο. Τη συναισθηματική του ένταση εκτονώνει στους αντιπάλους του στην πάλη και τον ίδιο του τον εαυτό. Οσο τα δύο αδέλφια προπονούνται για τους Ολυμπιακούς της Σεούλ του 1988, ο Ντέιβ αποφασίζει να προχωρήσει στη ζωή του, παντρεύεται και αποκτά δύο παιδιά, γεγονός που ο Μαρκ το εκλαμβάνει ως προδοσία και η σχέση τους έρχεται σε ρήξη.

Σε αυτή την ευαίσθητη στιγμή, ο Μαρκ προσκαλείται από τον Τζον ΝτυΠόντ, έναν εκκεντρικό δισεκατομμυριούχο να μετακομίσει και να προπονηθεί, υπό την καθοδήγησή του, στο μεγαλειώδες κτήμα του Foxcatcher Farm. Ο Μαρκ δέχεται κολακευμένος από την προσφορά, πιστεύοντας ότι του προσφέρεται η δυνατότητα μιας ιδανικής ζωής, η ευκαιρία να αποδεσμευτεί συναισθηματικά από τον αδελφό του και να αφοσιωθεί σε αυτό που πραγματικά αγαπά και επιδιώκει: να γίνει ο καλύτερος αθλητής πάλης στον κόσμο. Ο ΝτυΠόντ είναι και αυτός μια ειδική περίπτωση. Η προσωπικότητα του έχει διαμορφωθεί διαστρεβλωμένα από το βάρος της απουσίας ενός εξαφανισμένου πατέρα και της σκληρής παρουσίας μιας αυταρχικής και πάντα επικριτικής μητέρας. Το παίζει φιλοτελιστής, ορνιθολόγος, ευεργέτης, παράγοντας με πατριωτικές ανησυχίες. Στην πραγματικότητα είναι ένα άεργο, προβληματικό, παρανοϊκό, γερασμένο «παιδί» που δεν σταματά να παίζει με τα όπλα. Μισεί τα άλογα που εκτρέφει η μητέρα του και που οι νίκες τους στους αγώνες έχουν γεμίσει ένα δωμάτιο με έπαθλα. Υστερεί σε κύρος και ουσία και αναπληρώνει την ανυπαρξία τους με την δύναμη που αντλεί από τον πλούτο και την κοινωνική του θέση. Κανένας και τίποτα δεν μπορεί να του αντισταθεί. Χρησιμοποιεί τους γύρω του για να κατακτήσει την ανέφικτη αγάπη της μάνας και τον σεβασμό των συνομηλίκων του. Κάνει δωρεές και θαμπώνει τους υπεύθυνους της αμερικανικής ομοσπονδίας πάλης, «αγοράζει» στην πραγματικότητα τον μοναχικό Ολυμπιονίκη Μαρκ Σουλτς, προσκαλεί και άλλους καλούς συναθλητές του και φτιάχνει μια ομάδα, με αντάλλαγμα να αποκαλείται κόουτς και να εμφανίζεται ως μαικήνας στους πάγκους των μεγάλων διοργανώσεων. Καταφέρνει να δελεάσει ακόμα και τον προσγειωμένο, οικογενειάρχη πια Ντέιβ Σουλτς, που έρχεται και αυτός στο κτήμα.

Ανάμεσα στους τρεις άνδρες αναπτύσσεται μια πολύπλοκη δυναμική σχέσεων. Ο Μαρκ βρίσκει στον νέο του μέντορα την πατρική φιγούρα που του λείπει και αναζητά συνεχώς την επιβεβαίωση του. Για τον πλούσιο άντρα, ο Μαρκ εκτός από καταπιεσμένο αντικείμενο του πόθου, είναι κατά κάποιον τρόπο ένας φίλος, σύντροφος. Αποζητά ακριβώς αυτή τη σχέση γιατί όπως εξομολογείται μεγάλωσε χωρίς φιλικούς δεσμούς, αφού στα δεκαέξι του ανακάλυψε πως ο καλύτερος του φίλος, ο γιος του σοφέρ της μητέρας του, πληρωνόταν από εκείνη για να τον κάνει παρέα. Η άστατη προσωπικότητα του ΝτυΠόντ παρασύρει το Μαρκ σε ένα νοσηρό τρόπο ζωής και απειλεί να υπονομεύσει την αθλητική προετοιμασία του. Η εμμονή του με το Ντέιβ και την αποφασιστικότητα που αποπνέει τροφοδοτεί την παράνοια του και οι τρεις τους οδηγούνται σε μια απρόβλεπτη τραγωδία.

H σκηνοθεσία του Miller είναι εκπληκτική. Αξιοποιεί στο έπακρο τις υποκριτικές δυνατότητες της ομάδας των τριών ανδρών πρωταγωνιστών (Steve Carell, Channing Tatum και Mark Ruffalo) αποσπώντας αριστουργηματικές ερμηνείες. Η πανέμορφη φωτογραφία και το μελαγχολικό soundtrack βοηθούν τον σκηνοθέτη να πει με συγκλονιστικό τρόπο την τραγική ιστορία του, κρατώντας συνεχώς τους θεατές του σε ένταση προσφέροντας τους μια από τις πλέον ειλικρινείς, αυθόρμητες ψυχολογικές ταινίες που έχουμε δει τελευταία. Η ταινία κατέκτησε το Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ των Καννών (2014), είχες πολλές υποψηφιότητες στα Όσκαρ και τις Χρυσές Σφαίρες της ίδιας χρονιάς.

Πηγή : www.drasivrilissia.gr