«Συγκρούσεις» της Ιωάννας Καρατζαφέρη

2016-03-30 17:02
«Συγκρούσεις» της Ιωάννας Καρατζαφέρη

Φωτογραφία: Γιώργος Φερμελετζής


Η τελευταία ημέρα του φετινού Φεβρουαρίου ήταν η 29η, κάτι ιδιαίτερο που συμβαίνει κάθε τέσσερα χρόνια. Βρισκόμουν ήδη στην Κωνσταντινούπολη, ύστερα από δυο εβδομάδες στην Τουρκία, και αυτή την ημέρα ήταν τα γενέθλια του Πατριάρχη Βαρθολομαίου.

Όταν βγήκα από το ξενοδοχείο στη γειτονιά του Πέραν, ο ουρανός ήταν καλυμμένος από μια πυκνή ομίχλη. Σταμάτησα ένα ταξί και όταν ζήτησα από τον οδηγό να με πάει στο Φανάρι, έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου από το 160, με ρώτησε αν πήγαινα στο Πατριαρχείο· evet, «ναι», του απάντησα μονολεκτικά. Η διαδρομή, δίπλα στον Κεράτιο Κόλπο, ήταν κοντινή, αλλά η ομίχλη τα έκρυβε όλα, και όχι μόνο την απέναντι όχθη, αλλά και την επιφάνεια της θάλασσας ανάμεσά μας. Ύστερα από λίγη ώρα το ταξί σταμάτησε και ο οδηγός, με μια κίνηση του χεριού του, μου έδειξε να διασχίσω τη λεωφόρο και να συνεχίσω τον δρόμο. Στις καρέκλες στο πεζοδρόμιο του καφενείου κάθονταν, ήδη, μερικοί πελάτες. Τους καλημέρισα και συνέχισα την πορεία μου μέχρι που έφτασα στο εξωτερικό περίπτερο πληροφοριών του Πατριαρχείου. Οδηγήθηκα στη διπλή αίθουσα αναμονής ή συναντήσεων, με την ομορφιά της απλότητας, και κάθισα σε μια πολυθρόνα/ στασίδι απέναντι από μια ανοιχτή πόρτα. Κάποια στιγμή ακούστηκαν βήματα έξω στο διάδρομο και, μέσα σε έναν κύκλο ρασοφόρων και μη, διέκρινα τη φιγούρα του Πατριάρχη. Σύντομα ήρθε ένας υπεύθυνος υποδοχής και με κάλεσε να τον ακολουθήσω.

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος καθόταν πίσω από το γραφείο του, που ήταν φορτωμένο με φακέλους, βιβλία και έντυπα, και με μια οικεία έκφραση οικοδεσπότη μού έδειξε να καθίσω δίπλα του – τόσο κοντά που αν άπλωνα το χέρι μου θα μπορούσα να ακουμπήσω την επιφάνεια του γραφείου του. Δεν περίμενα κανέναν διάλογο, έχοντας δει απέξω τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και τους αναμένοντες εντός, με ράσα ή άλλες περιβολές κληρικών, όμως η απάντηση στην κοινή ευχή της ημέρας των γενεθλίων ειπώθηκε φιλικά και με χιούμορ: «Ναι, συμβαίνει κάθε τέσσερα χρόνια, αλλά γερνάω όπως όλοι οι άνθρωποι». Μετά από κάποιες ερωτήσεις και απαντήσεις διηγήθηκα τις εμπειρίες μου από τις εβδομάδες που έζησα στην Ίμβρο, την επίσκεψη μου στο σπίτι που είχε γεννηθεί και αναφέρθηκα στη χαρά που εξέφρασε για το άνοιγμα του Ελληνικού Δημοτικού Σχολείου στο νησί –το είχε προβάλει η ελληνική τηλεόραση και το είχα δει–  ενώ εκείνος τράβηξε από ένα διπλωμένο δέμα μια σελίδα, φωτοτυπία από ένα αντίστοιχο κείμενο που είχε δημοσιεύσει Η Καθημερινή την προηγούμενη μέρα.

Αναρωτιόμουν, χωρίς να είμαι ικανή να δώσω καμιά απάντηση, αν είμαστε ευτυχισμένοι, εμείς οι άνθρωποι του 21ου αιώνα, με τις τεχνολογικές εφευρέσεις και χρήσεις ή αν θα (κατέληγα στην προσωπική μου ιστορία) ήμασταν πιο ευτυχισμένοι αν ξέραμε λιγότερα, αν η ζωή μας ήταν πιο φυσική ή αν οι απαιτήσεις μας συσχετίζονταν με τις δημιουργικές μας ικανότητες ή αν αυτές είναι ή γίνονται ταυτόχρονα και καταστροφικές.

Τότε τόλμησα να Του ζητήσω την άδεια να εκμυστηρευτώ διάφορα αισθήματά μου. Πριν ακόμα από την παρούσα κατάσταση στην Ελλάδα διατηρούσα κάποιες επιφυλάξεις για την έκδοση του ταξιδιωτικού μου βιβλίου στην Τουρκία –που άρχισα να γράφω από το 1988– και τώρα με τα γεγονότα και τη στάση της γειτονικής  χώρας, αυτές πολλαπλασιάστηκαν. Μα, εμείς είμαστε Έλληνες και αυτό σημαίνει ότι αγαπάμε την ελευθερία και τη Δημοκρατία και δεν υπάρχει κανένας λόγος για την μη έκδοση ενός τέτοιου βιβλίου, μου είπε με ήρεμη φωνή. Ο διάλογος μάκρυνε λίγο περισσότερο. Τελικά, έφυγα με την υπόσχεση να Του στείλω τις σελίδες που έχω γράψει για την Ίμβρο.

Τη νύχτα η αϋπνία μου ενισχύθηκε από τις εσωτερικές μου συγκρούσεις που είχα εξομολογηθεί, για τα αισθήματα που μου προκαλούσαν τα κύματα των προσφύγων, μεταναστών ή άλλων από διάφορες χώρες, που απέπλεαν από τα παράλια της Τουρκίας σε σάπια, χειροποίητα, πρόχειρα κατασκευασμένα πλεούμενα, με θύματα ανθρώπους οποιασδήποτε ηλικίας, καταβάλλοντας δυο και τρεις χιλιάδες δολάρια το άτομο, «καταλαμβάνοντας» τα ελληνικά νησιά, αφού πολλές φορές ο αριθμός τους υπερτερούσε του αριθμού των κατοίκων τους· τον φόβο που προερχόταν από την υποψία μου ότι υποχωρούσε ο «ανθρωπισμός» μου, την ανικανότητά μου να αποδεχτώ πως ανάμεσά τους υπήρχαν έγκυες γυναίκες ή γεννιούνταν μωρά εν πλω ή υπήρχαν παιδάκια κάτω των πέντε χρόνων, όταν αυτοί οι ακήρυχτοι πόλεμοι έχουν καταστρέψει πόλεις και χωριά της Συρίας ή άλλων περιοχών όλα αυτά τα χρόνια και συνεχίζουν την ισοπέδωση τους.

Αναρωτιόμουν, χωρίς να είμαι ικανή να δώσω καμιά απάντηση, αν είμαστε ευτυχισμένοι, εμείς οι άνθρωποι του 21ου αιώνα, με τις τεχνολογικές εφευρέσεις και χρήσεις ή αν θα (κατέληγα στην προσωπική μου ιστορία) ήμασταν πιο ευτυχισμένοι αν ξέραμε λιγότερα, αν η ζωή μας ήταν πιο φυσική ή αν οι απαιτήσεις μας συσχετίζονταν με τις δημιουργικές μας ικανότητες ή αν αυτές είναι ή γίνονται ταυτόχρονα και καταστροφικές.

Οι συγκρούσεις μου πολλαπλασιάζονταν, γίνονταν ισχυρότερες, πρακτικές ή μεταφυσικές, ομολογούμενες ή απόκρυφες, αν απέδιδα τις ευθύνες στις κοινωνίες ή τις διάφορες θρησκείες, τη μη μετρήσιμη πλέον σε πυρετικό διάγραμμα οικονομία των αναπτυγμένων χωρών ή εκείνων που αποκρύπτουν τον πλούτο που εκμεταλλεύονται από φυσικές πηγές, την ενημέρωση ανδρών και γυναικών για τη συνεύρεσή τους, για την έννοια της οικογένειας, για την ύπαρξη των συνόρων που τους διαχωρίζουν, όχι μόνο γεωγραφικά, αλλά ιστορικά, γλωσσικά, εθιμικά. Αν όλα αυτά με το πέρασμα του χρόνου περιορίζονται ή επεκτείνονται, αν όλα αυτά δημιουργούν αντιλαϊκές πολιτικές ή αν κάποιες πολιτικές είναι οι επιτιθέμενες δυνάμεις, ακόμα και ενάντια στους λαούς που κυβερνούν.

Τι είναι πρόοδος; Ή πόσα προσωπεία έχει; Ή ποιος τα δημιουργεί; Ή ποια είναι τα πραγματικά πρόσωπα πίσω από τις μάσκες που κατασκευάζουν οι ίδιοι;

Πηγή : diastixo.gr