Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης και «ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΥΜΑ» στο στέκι της «Δράσης»

2017-03-07 17:10

Δευτέρα 13 Μαρτίου, 7.30 το βράδυ, Πίνδου 30 & Μαραθώνος, Βριλήσσια

Γιατί ο τόπος αυτός δεν δημιουργεί, γιατί δεν αφήνεται να δημιουργήσει; Γιατί η κρίση αυτή αγγίζει τα όρια της υπαρξιακής παραίτησης; Ποιος ήταν ο ανθρωπολογικός τύπος Νεοέλληνα που κυριάρχησε στη μεταπολίτευση; Ποιος ήταν ο νέος ρόλος της οικογένειας, της μητέρας, και πώς προκλήθηκε το έλλειμμα αυτονομίας; Πώς μεγιστοποιήθηκε η εθνική μας μειονεξία και πώς παγιδευτήκαμε σε μια αδιόρατη συλλογική ανεπάρκεια; Ποιο είναι το πραγματικό συλλογικό τραύμα μας;


Γιατί εισάγουμε στο συλλογικό μας σώμα το τραύμα και τη θεραπεία των άλλων; Υπάρχουν κάποια θεμελιώδη ασυμβίβαστα μεταξύ του νεωτερικού και του ελληνικού Τρόπου; Μπορεί ο ευρωπαϊσμός να είναι η παιδική ασθένεια του ελληνισμού; Πώς καλλιεργήθηκε ο ψευδής Δυτικός εαυτός μας; Πώς επιτυγχάνεται η εξουσιαστική κανονικοποίηση μέσω του Συνδρόμου του ευρώ; Ποιες μπορεί να είναι οι ψυχολογικές συνέπειες της κρίσης στις επόμενες γενιές; Τι είναι η Οριακή κοινωνία του Μνημονίου και ποιος ο Οριακός ανθρωπολογικός τύπος που τη συστήνει;

Γιατί έχουμε εγκλωβιστεί σ' έναν παρανοειδή τρόπο του σχετίζεσθαι; Μπορεί το Μνημόνιο να αποτελεί μια ψυχολογική εξάρτηση; Πώς η χώρα μετατρέπεται σε Δικαιολάνδη, όπου αποθεώνονται τα δικαιώματα, ενώ "καταπατάται" ο άνθρωπος; Πώς λειτουργεί η επικριτική ενοχοποίηση ως τεχνική κοινωνικού ελέγχου; Γιατί η παθητικοποίηση και η αδράνεια του λαού μας απέναντι στα μνημόνια; Πώς η άρνηση της υποκειμενικότητας οδηγεί στη συναισθηματική προσφυγιά; Τελικά, ποιες είναι οι κοινωνιο-ψυχολογικές συνέπειες της κρίσης; Ποια είναι τα στοιχειώδη προαπαιτούμενα και τα βασικά βήματα αποπαγίδευσης της νεοελληνικής συλλογικότητας; Μπορεί να διαθέτουμε κάποια προνόμια στο αδιέξοδό μας; Τι θα μπορούσε να προτείνει ένας αποσυμβολιστικός στοχασμός πάνω στο δίλημμα ενός "Οδυσσέα Δεσμώτη";

Γιατί είναι κρίσιμο να ανασυστήσουμε τις σχέσεις μας; Πώς μπορούμε να απαντήσουμε "ερωτικά" στον Δυτικό εργαλειακό ορθολογισμό; Γιατί να θέλουμε πίσω το χώμα μας;


Αυτά είναι τα βασικότερα ερωτήματα που πραγματεύεται και στα οποία επιχειρεί ν' απαντήσει «Το ελληνικό τραύμα» - Κοινωνιο-ψυχολογικές όψεις της ελληνικής κρίσης, (ΝΗΣΙΔΕΣ, Νοέμβριος 2016), με στήριγμα την υποκειμενική, αλλά βιωμένη αλήθεια του συγγραφέα του. (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)


----------------------------------------------------------------------

«Το ελληνικό τραύμα

H μεταπολίτευση, δεν υπήρξε μόνον ένας «τρόπος», αλλά μάλλον ένας Τόπος όπου η Ελπίδα βρέθηκε, αναμφίβολα, στις καλύτερες στιγμές της. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων σαράντα χρόνων, λόγω της ραγδαίας εξέλιξης των συνθηκών ευζωίας, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι πολλοί άνθρωποι που σε άλλες εποχές θα είχαν αποδημήσει πρόωρα ή θα είχαν υποφέρει από εξοντωτικές ασθένειες, απόλαυσαν μια παραγωγική ζωή, ακόμη κι αν χρειάστηκε συχνά να διαχειριστούν μια χρόνια πάθηση. Μέσα απ’ αυτό το σχεδόν μεταπολιτευτικό-θαύμα, προκλήθηκε -ή μάλλον εδραιώθηκε- στη νεοελληνική συλλογικότητα η προμηθεϊκή πεποίθηση ότι αν ψάχναμε αρκετά βαθιά -και προφανώς ριζοσπαστικά- στο ιστορικό παρελθόν μας, θα αποφεύγαμε, τελικά, πολλά «εθνικά» και ατομικά δεινά.

ίσως, με τον ίδιο τρόπο που η επιστήμη στη Δύση, αναζητούσε τα κρυμμένα μυστικά του ανθρώπινου γονιδιώματος, προσδοκώντας να θεραπεύσει «πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν», κάπως έτσι κι εμείς, διερευνώντας με μια ρηξικέλευθη ματιά το ιστορικό μας παρελθόν, θα μπορούσαμε, επιτέλους, να απαλλάξουμε το κοινωνικό μας σώμα από τις γεννετήσιες -κληρονομικές ανωμαλίες του και να ζήσουμε μια καλύτερη ζωή, όπου ο καθένας θα μπορούσε να είναι ο εαυτός του και στ’ αρχίδια του. Όπως στα πρώϊμα μεταπολιτευτικά χρόνια χιλιάδες Έλληνες προσέτρεξαν στα μεγάλα αστικά κέντρα για να κάνουν το χαίρι που δεν κατάφερναν στα χωριά τους, έτσι και το νέο μεταπολιτευτικό κοινωνικό σώμα θα ήταν το κατάλληλο μέρος για να βρούμε μια ζωή καλύτερη απ’ αυτήν που κληρονομήσαμε.

Ακολουθώντας το δυτικό νεωτερικό παράδειγμα, θαμπωμένοι μάλιστα από την αποτελεσματικότητα του κύρια ενάντια στη νόσο και στην αγωνία του θανάτου, υιοθετήσαμε και ως άτομα αλλά και ως κοινωνία μια «ιατρική» κουλτούρα, προσκολλημένοι στην αντίληψη του σώματος ως πηγής του πόνου, αλλά και ως τόπου της ίασης. Ακόμη και η ψυχή, θεωρήσαμε, ότι βρίσκεται μάλλον κάπου στον εγκέφαλο και οι όποιες δυσλειτουργίες της οφείλονται σε μια δυσ-χημεία που, δεν μπορεί, κάποιο σκεύασμα θα αντιμετωπίσει.

Έτσι, όπως στο ατομικό επίπεδο κάθε σωματικός πόνος είχε κάποια κληρονομική αιτία -που έμελλε κάποια στιγμή να αποκαλυφθεί- αν και προς στιγμήν μας αρκούσε ότι υπήρχε ένα δραστικό παυσίπονο που μπορούσε να τον αντιμετωπίσει, έτσι και στο συλλογικό ο «καημός της Ρωμιοσύνης» μας οφείλονταν επίσης σε κάποια κληρονομικά αίτια – που οι τρέχοντες ιστορικοί (ιδιαίτερα αυτοί της ριζοσπαστικής Αριστεράς) έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους για να αποκαλύψουν- αν και προς στιγμήν μας αρκούσε ότι υπήρχε ένα δραστικό καταναλωτικό παυσίπονο, που ήταν μια χαρά για να τον αντιμετωπίσουμε.

Ταυτόχρονα οι περισσότεροι νιώθαμε όλο και πιο άβολα με κρίσεις του τύπου «σωστό-λάθος», προτιμώντας αντ’ αυτού να διακρίνουμε τι είναι «υγιές ή όχι», για μας και τους άλλους, με μια θεραπευτική-ιατρική αντίληψη της ζωής, της οποίας πρωταρχική επιδίωξη ήταν η αποφυγή του θανάτου, της χρόνιας ασθένειας και του πόνου. Άλλωστε 29 κατασκευαστές οικονομικών επιστημών συνιστούσαν ανεπιφύλακτα «το μεγαλύτερο αποτέλεσμα με το μικρότερο κόστος».

Και κάπου εδώ κρύβεται ένα μικρό ερωτηματάκι: Μήπως, άραγε, αυτή ακριβώς η «ιατρική» αντίληψη της ατομικής και συλλογικής μας κουλτούρας, μας απέτρεψε από το να κάνουμε εκείνες τις απαραίτητες αλλαγές, που θα μπορούσαν πραγματικά να θέσουν ένα τέλος στις συνθήκες και στις καταστάσεις που μας ταλαιπωρούσαν και μου οδήγησαν, μάλλον, και στην τρέχουσα μνημονιακή καταστροφή; Μήπως ακριβώς λόγω της «μαγικής» μεταπολιτευτικής σκέψης, της προτίμησης μας στη «θεραπεία», κολλήσαμε υπερβολικά στην ανάλυση ή και επίλυση των -κληρονομικών μας- προβλημάτων; Και σαν αποτέλεσμα συνηθίσαμε να περιμένουμε να υποφέρουμε περισσότερο απ’ ότι μπορούμε; Μήπως, έτσι κι αλλιώς, ακόμη και σήμερα οι περισσότεροι, λίγο ως πολύ, δεν προσδοκούν κάποια ευρωπαϊκή θεραπεία στα προβλήματα μας; Αν αφαιρέσεις, του Συριζαίους που ονειρεύονται ακόμη την Ευρώπη των Λαών, τους «Μένουμε Ευρώπη» κάθε σχετικής απόχρωσης, τα Χρυσαύγουλα που φαντασιώνονται την Ευρώπη του 4ουΡάϊχ, το ΚΚΕ που υπάρχει στον αντίποδα της Ευρώπης των Μονοπωλίων κ.λπ., τον Βαρουφάκη που εμμονικά επικαλείται κάποια Ευρώπη της Λογικής και διάφορους ανένταχτους πάσης πολιτικής φύσεως που αυτομαστιγώνονται επειδή δεν περάσαμε Διαφωτισμό, δεν βλέπω να μένει και κανείς που να μην έχει και κάποια ονείρωξη για και με την Ευρώπη.

Με άλλα λόγια η Ευρώπη, έγινε ο τελικός κριτής της συλλογικής μας Αλήθειας. Είναι πολλά χρόνια πριν που η αλήθεια του Τόπου τέθηκε κάτω από το κριτικό Ευρωπαϊκό μικροσκόπιο, έτσι που η Μνημονιακή εποπτεία μοιάζει να είναι η φυσική συνέπεια. Αλλά, όταν το «φάρμακο» γίνεται ο τελικός κριτής της ανθρώπινης Αλήθειας, απλά φιμώνει και καταδικάζει στη σιωπή τις πηγές του πόνου και βέβαια δεν μειώνει σε τίποτα την παθολογία του ανθρώπινου σώματος. Με τον ίδιο τρόπο, όταν η όποια ευρωπαϊκή «θεραπεία» γίνεται ο τελικός κριτής της Αλήθειας του Τόπου, ακόμη και αν στιγμιαία φάνηκε να περιορίζει την ένταση του πόνου, στην πραγματικότητα δεν μείωσε ούτε κατ’ ελάχιστο την παθολογία της νεοελληνικής συλλογικότητας και αυτό αποκάλυψε η μνημονιακή πραγματικότητα. Ο πόνος «ξεχνιέται», αλλά το Τραύμα δεν επουλώνεται. Ο πόνος από το Τραύμα της παρασιτικής πρόσδεσης στη Δύσης, «ξεχάστηκε» για μερικές δεκαετίες, αλλά προφανώς δεν επουλώθηκε.

Υπάρχουν ήδη αρκετοί στην επιστημονική κοινότητα που υποστηρίζουν ότι το «φάρμακο» -και η ψυχιατρική ειδικότερα- δεν θα πρέπει να έχουν ρόλο στη θεραπεία του Τραύματος. Κι αυτό γιατί καθώς εντοπίζουμε το Τραύμα στο σώμα, διαρρηγνύουμε σιωπηλά τις συσχετίσεις του ανθρώπινου πόνου με τις απάνθρωπες συνθήκες που τον προκαλούν. Ο ρατσισμός, η καταπίεση, η βία, η φτώχεια, η παιδική κακοποίηση και η παραμέληση αποσιωπούνται, αφού υπάρχει το «φάρμακο» (Burstow, 2003 και Wilkerson, 1998). Με την ίδια έννοια, οι συνθήκες που προκαλούν το νεοελληνικό Τραύμα, η εξάρτηση, ο παρασιτισμός, η φτωχοποίηση, ο εις βάρος της χώρας διεθνής καταμερισμός της εργασίας, ο διεθνικός ρατσισμός, ο ρόλος μας ως περιφέρειας του καπιταλισμού, εν τέλει ο ίδιος ο διεθνής καζινοκαπιταλισμός, αποσιωπάται, αφού υπάρχει το «φάρμακο» menoumeuropex!

Φαίνεται, όμως, ότι ακόμη και η συνειδητοποίηση των επιπτώσεων του Τραύματος δεν αρκεί για να εμποδίσει την εμφάνιση του, όπως θα περίμενε κανείς, ακολουθώντας μια λογική αντίστοιχη με έναν εμβολιασμό που είναι αρκετός για να σταματήσει την εξάπλωση της πολιομυελίτιδας. Με άλλα λόγια, οι μνημονιακές επιπτώσεις, η αποικιοποίηση της χώρας, ο πλήρης ευτελισμός της όποιας δημοκρατίας, η εκποίηση του «δημόσιου σώματος», δεν εμπόδισαν την ανάδυση του εθνικού Τραύματος. Το αντίθετο μάλλον. Το παρόξυναν. Και να γιατί ο ευρωπαϊκός-νεωτερικός «εμβολιασμός» δεν εμπόδισε εν τέλει την εξάρτηση, ούτε απάλλαξε το «ελληνικό σώμα» από τις χρόνιες παθογένειες του. Όπως ακριβώς, η επίγνωση μας γύρω από το διαπροσωπικό ψυχικό τραύμα, δεν περιόρισε ούτε κατ’ ελάχιστο τη βαρβαρότητα κατά των παιδιών και των γυναικών, ούτε σταμάτησε τους πολέμους, τις γενοκτονίες και την κάθε είδους βία, αλλά συνεχίστηκε σαν να μην υπάρχει όριο στην ανθρώπινη σκληρότητα. Αποδεικνύεται έτσι, ότι αν θεωρεί κανείς το «φάρμακο» ως την κύρια μέθοδο θεραπείας του Τραύματος, οι πιθανότητες να διακοπούν οι συνέπειες του, είναι εξαιρετικά περιορισμένες, όσο παραμένουμε προσκολλημένοι στη «θεραπεία». Λες και η «θεραπεία» είναι εν τέλει αντι-θεραπευτική, για να μην πούμε πως είναι και νοσογόνος.

Ο λόγος για τον οποίο συνεχίζεται σχεδόν απρόσκοπτα ο ρόλος του «ευρωπαϊκού φαρμάκου» στη θεραπεία του ελληνικού Τραύματος, παρά το προφανές ότι έχει αποτύχει παταγωδώς και στην στοιχειώδη θεραπεία, αλλά και πολύ περισσότερο στην άρση των συνθηκών που προκαλούν το Τραύμα, βρίσκεται μάλλον στο γεγονός ότι το «φάρμακο», η «κουλτούρα του φαρμάκου» που υιοθέτησε εκ συστάσεως η νεωτερικότητα, και βέβαια έσπευσε να λατρέψει ασθμαίνως και η νεοελληνική κοινωνία, ενισχύει ή επιβάλλει μια ιδιόμορφη αίσθηση της ευθύνης και ως εκ τούτου και μια ιδιαίτερη μορφή κοινωνίας. Κι όπως έχουν παρατηρήσει αρκετοί ψυχίατροι ειδικευμένοι στο Τραύμα, «Το ζήτημα της ευθύνης, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, είναι στο σκληρό πυρήνα του πως μια κοινωνία ορίζει τον ίδιο τον εαυτό της» (VanderKolk, McFarlane, &Weisaeth, 1996, p. Xi).

O Thomas Szasz, υποστήριξε, ήδη από το 2001, ότι η υπερ-ανάδειξη της Ιατρικής είναι ένας σημαντικός λόγος για την παρακμή της Δημοκρατίας στην αμερικανική κοινωνία και χρησιμοποίησε μάλιστα τον όρο Pharmacracy για μια κοινωνία που κυβερνάται κάτω από μια ιατρικοποιημένη αντίληψη της πραγματικότητας. «Οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται το κάθε είδους ανθρώπινο πρόβλημα ως εκ φύσεως «ιατρικό πρόβλημα» και άρα επιδεχόμενο κάποια μορφή «ιατρικής θεραπείας». Με τον ίδιο τρόπο, η νεοελληνική κοινωνία αντιλήφθηκε τα προβλήματα της ως επιδεχόμενα μιας ευρωπαϊκής-νεωτερικής «θεραπείας», ενός εκσυγχρονισμού για τον Σημίτη, μιας επανίδρυσης του κράτους για τον Κωστάκη, μιας μεταρρύθμισης για τον Γιωργάκη ή πολλών αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για τους μνημονιακούς διαδόχους τους. Ακόμη και ο Γιάνης για θεραπεία μιλά, άσχετα αν ορίζει τη συγκεκριμένη θεραπεία ως νόσο. Σχεδόν όλοι έχουμε πλέον πεισθεί ότι αυτή η κοινωνία έχει ανάγκη μιας νεωτερικής «θεραπείας». Μιας «θεραπείας» που προσκαλούμε εναγωνίως να εφαρμόσουν λογής-λογής «ειδικοί ιατροί», από το IRSτων ΗΠΑ που καλούσε ο συνετός και προνοητικός κύριος Αλέκος Παπαδόπουλος, μέχρι την Task Forceεκείνου του βαψομαλλιά του HorstReichenbach.

Κι αν ο Szasz χρησιμοποιεί τον όρο Pharmacracy για να αναδείξει το ρόλο του «φαρμάκου» στην αμερικανική παρακμή, δεν θα ήταν ίσως άστοχο να χρησιμοποιήσουμε τον όρο «Μοντέρνα Θεραποκρατία» για να αποκαλύψουμε το ρόλο του θεραπευτικού εκμοντερνισμού στην νεοελληνική παρακμή. Καθώς όμως η «θεραπεία» της νεοελληνικής κοινωνίας, έγινε ο κυρίαρχος κριτής της Αλήθειας μας, το νέο Ποθούμενο μας μετά την απελευθέρωση της Πόλης, τροποποιήθηκε επίσης ολόκληρο το αξιακό σύστημα της κοινωνίας μας. Ο Szasz υποστηρίζει ότι κάτω από το καθεστώς της Pharmacracy αναδύθηκε μια νέα Ηθική που υποστηρίζει την ευθύνη για τις καλές μας πρακτικές ενώ από την άλλη δικαιολογεί τις αρνητικές, θεωρώντας τις ως αποτέλεσμα κάποιας ασθένειας ή διαταραχής. Με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι κάτω από το μεταπολιτευτικό καθεστώς της Μοντέρνας Θεραποκρατίας, πανηγυρίσαμε τη συμβολή όλων μας στα «μεγάλα κατορθώματα» των Ολυμπιακών ή του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου στο ποδόσφαιρο, δικαιολογήσαμε όμως τη θλιβερή σημερινή μας πραγματικότητα ως συνέπεια της σχεδόν «κληρονομικής μας νόσου» που ξεκινάει από το Βυζάντιο, πηγαίνει στην Οθωμανική δεσποτεία, τους κοτζαμπάσηδες του ‘21 και το σκοταδιστικό ρόλο της Εκκλησίας ή μπορεί να φτάνει και μέχρι την αρχαιοελληνική προγονοπληξία και, σε κάθε περίπτωση, καταλήγει στο «φταίει γαμώτο που δεν περάσαμε Διαφωτι(ζ)μό».

Το αποτέλεσμα, υποστηρίζει ο Szasz είναι ένα έθνος ανθρώπων που αποφεύγουν την ευθύνη για τις πράξεις τους, κατηγορώντας τη νόσο ή τη γενετική κληρονομικότητα για συμπεριφορές που στην πραγματικότητα αντανακλούν ελλειμματικό χαρακτήρα και ανευθυνότητα. «Το «φάρμακο», η «θεραπεία», λέει ο Szasz, υπονομεύει την προσωπική ευθύνη και κατά συνέπεια την ίδια την κοινωνική δομή». Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να υπάρξει πιο εύστοχη διαπίστωση για την νεοελληνική κοινωνία, όπου με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ο χρόνιος «θεραπευτικός εκμοντερνισμός» υπονόμευσε την ευθύνη του καθ’ ενός μας και διέλυσε εν τέλει τον κοινωνικό ιστό, οδηγώντας και στην μνημονιακή πραγματικότητα αλλά και στον τρόπο που την ανεχόμαστε.

Νομίζω ότι είναι δύσκολο να αγνοήσουμε την επιρροή αυτής της ιατρικοποίησης στο πως αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας, την κοινωνία μας, αλλά και - κυρίως- στις λύσεις που επινοούμε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων μας. Οι λύσεις είναι πάντα «παυσίπονες», «φαρμακευτικές», «εισαγόμενες», έξω από μας και την «αρρώστια» μας. Εν τέλει, έξω από την ατομική μας ευθύνη και -βέβαια- δυνατότητα.

Όσο το πρόβλημα μας αναφέρεται σε κάποιο Διαφωτιστικό έλλειμμα, τόσο μοιάζουμε όλο και πιο πολύ με εκείνο το εκ γεννετής άρρωστο άτομο που δεν είναι πια ένα κακό αγόρι και η κατάσταση του δεν οφείλεται σε κάποιο ηθικό έλλειμμα αλλά σε μια περίπου φυσική κατάσταση. Γιατί όπως το θέτει ο φιλόσοφος και ιστορικός της επιστήμης George Canguilhem, «η ασθένεια δεν έχει πλέον σχέση με την ατομική ευθύνη» κι έτσι αν η κοινωνία μας είναι ασθενής από κάποια σχεδόν κληρονομική ατέλεια, εμείς μάλλον δεν μπορούμε και να κάνουμε πολλά πράγματα εκτός από το να περιμένουμε, να προσδοκούμε ή και να εκλιπαρούμε για ένα μαγικό φάρμακο, μια διαφωτιστική θεραπεία, προφανώς από τη Δύση.

Η ψυχοθεραπεύτρια δρ. Laura K. Kerr, από το πανεπιστήμιο του Stanford, υποστηρίζει « Μια στοιχειώδης ματιά στα γεγονότα που οδήγησαν στη δημιουργία των Η.Π.Α. αποκαλύπτει επίσης τους «γενετικούς παράγοντες» στη βάση κατανόησης της ανθρώπινης φύσης και ερμηνεύει γιατί το «θεραπευτικό» μοντέλο είναι τόσο ελκυστικό σήμερα. Από την ίδρυσή της, η αμερικανική δημοκρατία σχεδιάστηκε για να εξισορροπήσει τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών σε σχέση με τις ευθύνες τους για την κοινωνία. Η προσοχή στα ατομικά δικαιώματα αντανακλούσε τις ιδιαίτερες συνθήκες ανθρώπων που είχαν φύγει από τις πατρίδες τους. Οι Η.Π.Α. ήταν αποτέλεσμα αυτής της φυγής. Πολλοί είχαν κατορθώσει να διαφύγουν από θρησκευτικές και άλλες μορφές διώξεων και καταπίεσης και αν και προέρχονταν από διαφορετικές κοινωνίες και διαφορετικές κουλτούρες, εκείνο που μοιράζονταν ήταν η κοινή τραυματική εμπειρία τους. Η διαμόρφωση της αμερικανικής δημοκρατίας και του Δικαίου δεν μπορεί να διαχωριστεί από την εμπειρία του Τραύματος. Η προσπάθεια αποφυγής επανάληψης του τραυματικού παρελθόντος οδήγησε σε μια νέα κατανόηση του τι σημαίνει άνθρωπος, που όχι μόνο προστατεύεται από τις απειλές για τη θρησκευτική ελευθερία αλλά, επιπλέον, θέτει τα ατομικά δικαιώματα πάνω από τις κοινωνικές ευθύνες».

Αντιλαμβάνεται, έτσι κανείς, την ανάδυση μιας νέας και πρωταρχικής σημασίας του ατομικού δικαιώματος για την νεωτερικότητα, σε βάρος της κοινωνικής ευθύνης, ως απάντηση-αντεπίθεση-υπεραναπλήρωση στο πρωταρχικό Τραύμα. Πρόκειται για μια εξέλιξη στην οποία το Τραύμα συστήνει Πόλιν, στον αντίποδα ακριβώς της ελληνικής πολιτειολογίας που συστήνει Πόλιν, με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτρέψει την πιθανότητα του Τραύματος. Αυτός ο Τρόπος-Τόπος δεν υπήρξε ποτέ, μέχρι σήμερα, ένα άθροισμα «τραυματισμένων» υπάρξεων. Αυτός ο Τρόπος-Τόπος δεν συγκροτήθηκε ως συνέπεια μιας φυγής αλλά ως ένας δημιουργικός «ερχομός». Τραυματίστηκε, όμως, κυρίως κατά τη γέννηση του ως κρατική οντότητα.

Ως εκ τούτου, στο παγκοσμιοποιητικό φαντασιακό, εάν το Τραύμα συστήνει την κοινωνία, τότε οι κοινωνίες που δεν διαθέτουν κάτι τέτοιο «οφείλουν» να το εφεύρουν. Και όχι μόνο να το εφεύρουν αλλά και να το θεραπεύσουν, εισάγοντας αβασάνιστα τους «γενετικούς παράγοντες» ως βάση κατανόησης του ανθρώπινου «είναι» -δηλαδή, το νομικό και ιδεολογικό οπλοστάσιο των ατομικών δικαιωμάτων ως εξισορρόπηση κάποιου κατά τα λοιπά ανύπαρκτου Τραύματος- και την ακρωτηριασμένη κοινωνική ευθύνη -δηλαδή, την ανάθεση και την αντιπροσωπευτική ολιγαρχία- ως Δημοκρατία. Ακούγεται κάπως αστείο, αλλά η μοντέρνα Δύση και οι ντόπιοι εκπρόσωποι της, μας καλούν μανιωδώς εδώ και δεκαετίες να θεραπεύσουμε -υιοθετώντας τη δική τους θεραπεία- ένα Τραύμα που δεν έχουμε υποστεί. Μας ζητούν να εισάγουμε το Τραύμα τους για να θεραπεύσουμε ένα Τραύμα που ποτέ δεν είχαμε. Και έχουμε πεισθεί πια για τα καλά ότι αυτό είναι το μόνο γιατρικό. Και βασανιζόμαστε δεκαετίες ολόκληρες να εισάγουμε στο συλλογικό μας σώμα αυτό το Τραύμα ως την τέλεια θεραπεία. Τα μνημόνια, ίσως είναι η τελευταία θανατηφόρα δόση μας. Και αναρωτιέμαι αν θα αρκούσε η επίγνωση ότι το Τραύμα μας είναι ακριβώς αυτό που μας πλασάρουν για Θεραπεία».

Πηγή: https://www.thepressproject.gr/article/94800/To-elliniko-trauma

---------------------------------------------------------------------

Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης γεννήθηκε στη Σητεία της Κρήτης και τα τελευταία χρόνια ζει στην Κύπρο. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Έχει βραβευτεί από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης για την καινοτομική μεθοδολογία του στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού. Η διδακτορική του διατριβή με θέμα τη Φιλοσοφία της Ανθρώπινης Εργασίας... απορρίφθηκε «πανηγυρικά». Μετά την παραίτηση του από τον Δημόσιο Τομέα, προώθησε τις αντιλήψεις εξανθρωπισμού της οργάνωσης της εργασίας και του Κοινοτισμού ως νέου πολιτισμικού προτύπου, με δεκάδες σεμινάρια, διαλέξεις και άρθρα στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την προσωποκεντρική συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία, σαν Σύμβουλος Προσωπικής Ανάπτυξης.