Διαμαντής Αξιώτης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

2017-03-14 16:41
Διαμαντής Αξιώτης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη


Ο Διαμαντής Αξιώτης γεννήθηκε στην Καβάλα όπου και ζει. Υπεύθυνος, επί σειρά ετών, των λογοτεχνικών περιοδικών Σκαπτή ύλη και Υπόστεγο. Εξέδωσε τέσσερις ποιητικές συλλογές, τέσσερις συλλογές διηγημάτων, ανθολογίες ποίησης και πεζογραφίας και τέσσερα μυθιστορήματα: Το ελάχιστον της ζωής του, 1999, Πλωτές γυναίκες, 2002, Μοιρασμένα χιλιόμετρα, 2004, Λάθος λύκο, 2010.

Υπό έκδοση είναι το τελευταίο του μυθιστόρημα Συλλέκτης κάθε μίσους. Ποιήματα και πεζά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, εφημερίδες και ανθολογίες. Μεταφράστηκαν στα αγγλικά και στα γερμανικά. Είναι συνεργάτης, επί σειρά ετών, της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Κείμενό του συμπεριλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη των κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β΄ Γυμνασίου. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

 
Από πότε ξεκινήσατε να γράφετε διηγήματα και μυθιστορήματα;

Η πρώτη μου εμφάνιση στα γράμματα πραγματοποιήθηκε το 1970, όταν οι καλές όσο και αυστηρές εκδόσεις Κάλβος συμπεριέλαβαν διήγημά μου στον τόμο «Διηγήματα ’70». Τολμηρό εγχείρημα εν μέσω της δεύτερης μεταξύ τών τεσσάρων «κυβερνήσεων» της Χούντας – εκείνης του Γεωργίου Παπαδόπουλου. Τότε που ήταν στην ημερήσια διάταξη τα στρατοδικεία, οι εξορίες, οι δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων. «Αθώα» συγγραφική επιβράβευση για μένα και ενθάρρυνση να συνεχίσω. Ακολούθησαν τέσσερις ποιητικές συλλογές –άσκηση γραφής και ύφους– οι οποίες έτυχαν θερμής υποδοχής από την κριτική, άλλο ένα εφαλτήριο ώστε… ώριμος πια, να μεταπηδήσω στην πεζογραφία. Και εγεννήθη η πρώτη συλλογή αφηγημάτων, Το μισό των Κενταύρων (Παρατηρητής, 1990). Η οποία συλλογή επανεκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Επίκεντρο, τον Νοέμβριο του 2016. Ακολούθησαν, μέχρι σήμερα, τρία θεατρικά αναλόγια, τέσσερις ανθολογίες, άλλες δύο συλλογές διηγημάτων και τέσσερα μυθιστορήματα.

Αν τολμήσω, ωστόσο, να απαντήσω στο τι είναι αυτό που με κάνει να γράφω, θα πω: αφού, στην εποχή της ταπείνωσης την οποία ζούμε, δεν τολμώ να αυτοπυρποληθώ στην κεντρική πλατεία της πόλης μου, δεν διαθέτω τη δύναμη να φυτέψω μία σφαίρα στον κρόταφό μου, και η υψοφοβία μου δεν ευνοεί τη ρίψη από τον έκτο όροφο της πολυκατοικίας όπου μένω, εμπνέομαι και γράφω.

Τι σας εμπνέει; Τι σας κάνει να γράφετε;

Από τη στιγμή που αναπνέουμε, υπάρχουμε και ζούμε χωρίς τη λογοτεχνία, είναι άξιον απορίας τι είναι αυτό που ωθεί εκατομμύρια ανά τον κόσμο συγγραφείς να πρέπει να εμπνέονται, να οφείλουν να γράφουν. Όταν κανένα βιβλίο δεν δίδαξε μεθόδους ισορροπίας, δεν υποκατέστησε κανέναν ψυχαναλυτή, δεν απέτρεψε από την εποχή τού Ομήρου κανέναν πόλεμο, καμιά δυστυχία, γιατί στραγγίζουμε ψυχή και μυαλό για την έκδοση ενός βιβλίου μας; Η απάντηση είναι δύσκολη και πολύπλευρη, το ίδιο όπως και το ερώτημα «τι είναι ποίηση». Αν τολμήσω, ωστόσο, να απαντήσω στο τι είναι αυτό που με κάνει να γράφω, θα πω: αφού, στην εποχή της ταπείνωσης την οποία ζούμε, δεν τολμώ να αυτοπυρποληθώ στην κεντρική πλατεία της πόλης μου, δεν διαθέτω τη δύναμη να φυτέψω μία σφαίρα στον κρόταφό μου, και η υψοφοβία μου δεν ευνοεί τη ρίψη από τον έκτο όροφο της πολυκατοικίας όπου μένω, εμπνέομαι και γράφω. Αυτό ευνοεί τη μεταπήδησή μου στην απέναντι πλευρά όπου κατοικοεδρεύουν οι διαπιστώσεις, το όραμα, η ελπίδα. Ένας άλλος λόγος –εξίσου σοβαρός– είναι η προσπάθεια επούλωσης του εκ γενετής τραύματος που επιτυγχάνεται με την έκθλιψη, τη συμπύκνωση, την αφαίρεση, ώστε να καταστήσουν τη γραφή μου ιδιαίτερη, αναγνωρίσιμη και ίσως αξιοπρόσεκτη. Ηχηρά και βαρύγδουπα όλα αυτά, όμως δεν υπάρχουν άλλα.

Ας πάμε στη συλλογή διηγημάτων Το μισό των Κενταύρων. Πώς ξεκίνησε η συγγραφή του;

Όπως ήδη ανέφερα, αυτή η συλλογή αφηγημάτων εκδόθηκε πρώτη φορά το 1990 από τις εκδόσεις Παρατηρητής. Επανεκδόθηκε πρόσφατα, το 2016, από τις εκδόσεις Επίκεντρο. «Αντέχουν» επισήμανε ο εκδότης και των δύο οίκων Πέτρος Παπασαραντόπουλος, για τα συγκεκριμένα αφηγήματα, και τα κυκλοφόρησε. Ελαφρώς απαλλαγμένα από πλεονασμούς και περιττά βαρίδια. Τα είκοσι έξι χρόνια που μεσολάβησαν, ευτυχώς, δεν τα στέγνωσαν. Ο λόγος που τα έγραψα ήταν η έντονη επιθυμία μεταπήδησής μου από την ποίηση στην πεζογραφία. Εμφανής, άλλωστε, ο επηρεασμός τής προϋπηρεσίας. Θέλησα να μιλήσω ελεύθερα και σε έκταση, απαλλαγμένος από τις αυστηρές, όσο και γοητευτικές, επιταγές της ποίησης.

Ο άλλος λόγος της συγγραφής τους ήταν η επιθυμία μου να μιλήσω για τη διπλή όψη των ανθρώπων: του άλογου και του έλλογου, μιας και το ένα μισό αντικατοπτρίζει τη σκοτεινή, άγρια πλευρά της ανθρώπινης φύσης που βουλιάζει στη λάσπη του ενστίκτου και επιζητεί να αυτοκαταστραφεί στη δίνη του πάθους, ενώ το άλλο μισό διανύει τις φωτισμένες πεδιάδες της λογικής, επιχειρώντας να απλωθεί ως το βάθος του ουρανού. Έτσι, επέλεξα ως σύμβολο αυτού του διπλού κόσμου τον Κένταυρο, ώστε να περιπλανηθώ σε στέρνες μιας πλούσιας, αλλά ωστόσο ανέγγιχτης παράδοσης, για να χαθώ στη συνέχεια με ταχύτητα σε φωτισμένες σύγχρονες λεωφόρους, από όπου θα μετέφερα τον παλμό της εποχής μας.
Διαμαντής Αξιώτης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Τα έντεκα αφηγήματα αντικατοπτρίζουν, όπως είπατε, τη σκοτεινή, άγρια πλευρά της ανθρώπινης πίστης που βουλιάζει στη λάσπη. Δεν υπάρχει όμως και η ελπίδα;

Και βέβαια υπάρχει ελπίδα. Η οποία βρίσκεται μέσα στα σώματα των γυναικών που επιθυμούν να γεννήσουν και γεννούν. Στις επιθυμίες και επιδιώξεις αυτών και των παιδιών τους, που αναβιώνουν τη μαγική και ορφική παράδοση της Θράκης, συνδυάζοντας τη λαγνεία και τον εξωτισμό της Ανατολής. Στον μύθο του Μεγαλέξανδρου και της Γοργόνας. Στη γυναίκα-μάγισσα-θάλασσα που παίζει όλους τους ρόλους, μυθικούς και ψυχαναλυτικούς: μαντόνα και ματρόνα, σοφή πόρνη και μάνα-δύναμη της φύσης, ερωμένη και τιμωρός. Οργώνει τη λεκάνη της Μεσογείου, μπαίνει στα λιμάνια της Ιστανμπούλ, της Σμύρνης, της Καβάλας και της Θεσσαλονίκης. Αναζητά τους εραστές της στη μακρινή Βεγγάζη –ή Βεγγάλη; Δε θυμάται– και παίζει το ντέφι στα παζάρια της Ξάνθης, του Πραβίου και της Ζύχνης. Το ταξίδι και η αναζήτηση, αυτή η ελπίδα.

Όλοι οι ήρωές σας μοιάζουν με τα πρόσωπα που ζουν δίπλα μας. Η εμπειρία βοηθά στο πλάσιμο των χαρακτήρων κατά τη γραφή;

 

Όλοι οι ήρωες των γραπτών μου είναι σκιές υπαρκτών προσώπων, οι οποίοι ζουν και υπάρχουν δίπλα μου. Τα σώματά τους έχουν σημάδια, χαράγματα, ουλές. Μερικά απ’ αυτά οφείλονται σε απροσεξίες της παιδικής ηλικίας μου, άλλα σε εγκαύματα από τον ήλιο άλλων εποχών, κάποιο σε οδικό ατύχημα. Ένα οφείλεται σε αναπάντεχες περιπλοκές στη συνοικία όπου μεγάλωσα, την εποχή που προσπαθούσα να καθησυχάσω τους τρόμους της εφηβείας μου. Συμμετέχουν στη σκηνοθεσία διάφορων σκηνών, όπου η αλήθεια και το ψέμα παίζονται αενάως, κάθε φορά με διαφορετικό νόημα. Σβήνουν και επιστρέφουν σαν μαρμαρυγή ή υπόμνηση χρέους.

Ούτως ώστε το κείμενο που θα προκύψει ούτε να κρύβει ούτε να φανερώνει, αλλά να σημαίνει. Ίσως γι αυτό οι ήρωές μου μετεωρίζονται επάνω σε ένα ρήγμα της γης. Χρέος μου η ισορροπία τους.

Σε όλα τα βιβλία σας αναφέρεστε στον γενέθλιο τόπο. Κατά πόσο αυτός καθορίζει το έργο ενός δημιουργού;

Απόλυτα. Σ’ αυτό τον στενά και περιορισμένα δεδομένο γεωγραφικό χώρο γεννιούνται οι ήρωές μου, που με κατοικούν και τους κατοικώ. Τα αλλεπάλληλα πολύχρωμα στρώματα των επιχωματώσεων που έχουν επικαθίσει επάνω στο σώμα της πόλης, καθορίζουν τα γραπτά μου. Οι ιστορικές γνώσεις γι’ αυτόν και ο διαφορετικός, κάθε φορά, αντικατοπτρισμός που τον πλησιάζω, μέχρι να τον καταστήσω ελκυστικό. Οι ανθρώπινες ζωές που συνδέθηκαν μαζί μου για να υποστηρίξουν, μέσα από τα βιώματα και τις αφηγήσεις τους, αυτήν κυρίως τη ζωή. Ο διαρκής νόστος που σε κάθε απόπειρα επιστροφής τους με παραπλανά και με μεταφέρει σε άλλα πεδία αντοχής, περισσότερο σημαντικά. Είναι ακόμη ο άλλος τρόπος φωτισμού που φωτίζει την πόλη σε διαφορετικές στιγμές της ζωής τους, ώστε να τον καταστήσουν τον χώρο αυτό αλλιώτικο, και ανάλογα με τις διαθέσεις τους αγαπητό, μισητό και πάντα φανταστικό. Αυτός ο ιδιαίτερος για μένα χώρος είναι όλα αυτά μαζί και το καθένα χωριστά, που με αναγκάζει να ξεπερνάω –εύκολα ή δύσκολα, δεν έχει να κάνει– τις όποιες γνώσεις ή νέα ευρήματα που ανασύρονται κάθε τόσο και που τον αφορούν. Μνήμες και προσωπικά βιώματα, ούτως ώστε να μπορώ να μιλήσω και να συνομιλήσω μαζί του για γέννηση, έρωτα και θάνατο.

Το 2016, πέρα από την επανέκδοση της συλλογής Το μισό των Κενταύρων εκδόθηκε και μία άλλη συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο Με χίλιους τρόμους γενναίος. Πώς συνέπεσε να εκδοθούν δύο βιβλία τον ίδιο χρόνο;

Από ευτυχή συγκυρία. Τα διηγήματα του Γενναίου ήταν προγραμματισμένα να εκδοθούν από τις εκδόσεις Κίχλη, προ καιρού (με την ευκαιρία θέλω να ευχαριστήσω δημόσια και από καρδιάς την εκδότρια του οίκου Γιώτα Κριτσέλη που τα πίστεψε. Έσκυψε με σεβασμό και αγάπη στα γραπτά μου, με αποτέλεσμα το καθαρό και άριστα επιμελημένο αποτέλεσμα). Τα συγκεκριμένα διηγήματα είχαν διανύσει μια μεγάλη χρονική περίοδο ύπαρξης –από το 1985–δημοσιευμένα σε εφημερίδες του κέντρου: Νέα, Ελευθεροτυπία κ.ά. και περιοδικά λόγου και τέχνης: Λέξη, Δέντρο, Πλανόδιο, Εντευκτήριο κ.ά. Τότε που οι εφημερίδες Αύγουστο μήνα –που, όπως πίστευαν, δεν υπήρχαν ειδήσεις– έδιναν εντολή σε συγγραφείς της επικράτειας να γράψουν ένα διήγημα –καλοπληρωμένο, τότε– με δεδομένο το θέμα της ενότητας. Γι’ αυτό η πολυφωνία και η ποικιλία των θεμάτων της συλλογής. Τα στέγασε η ρήση του Γ. Χειμωνά: «Με χίλιους τρόμους γενναίος», συμπεριλαμβανόμενη σε άρθρο του με τίτλο «Η αβοήθητη μοναξιά του άντρα», δημοσιευμένο στο Βήμα, 29 Μαΐου 1988. Τον ευγνωμονώ.

Όσον αφορά τους Κενταύρους, αναφέρθηκα στο μακρύ ταξίδι τους στον χρόνο, στη λήθη των είκοσι έξι ετών που μεσολάβησε, στηγενναιοδωρία του εκδότη Πέτρου Παπασαραντόπουλου, τον οποίο ευχαριστώ.

Κεντρική θέση στη συλλογή Με χίλιους τρόμους γενναίος κατέχει σε αρκετά διηγήματα η ερωτική επιθυμία και η παραβατική συμπεριφορά. Οι άνθρωποι που έχουν ερωτικές επιθυμίες παραβαίνουν εύκολα τους κανόνες της κοινωνίας και φτάνουν στα άκρα. Πώς χειριστήκατε αυτές τις καταστάσεις;
 
Η συλλογή διηγημάτων του Γενναίου μού έδωσε μια άπειρη δυνατότητα να διυλίσω τον κακό δαίμονα των ηρώων μου. Να τον ψάξω, να τον εντοπίσω και στη συνέχεια να τον απελευθερώσω, παρακολουθώντας πώς επιδρά σε όλες τις ενέργειες. Το ζήτημα που προκύπτει αυτόματα είναι αν θα κατάφερνα να τον τιθασεύσω –τον κακό δαίμονα– ή απλά οι ήρωες θα δρούσαν κάτω από τη δική του επήρεια κι εγώ, σαν απλός θεατής, θα κατέγραφα τις αντιδράσεις τους. Συγχρόνως, οι ιστορίες που αναφέρονται σε έρωτες ή εγκλήματα, ιδιαίτερα σε φόνους, στηρίζονται σε δύο πυλώνες. Αφού ο φόνος ενυπάρχει από τη στιγμή που άρχισε να υφίσταται ο άνθρωπος ως μέλος μιας ομάδας και, αργότερα, ως μονάδα μέσα στην κοινωνία, ο πρώτος πυλώνας είναι ο κοινωνικός με όλες τις προεκτάσεις του. Από την άλλη, το δεύτερο έρεισμα είναι η ψυχολογία. Φυσικά παραμόρφωσα και διαστρέβλωσα πρόσωπα και πράγματα, ανάλογα με αυτό που μου επέβαλλε ο μύθος που ήθελα να πλάσω. Αλλιώς δεν θα είχε κανένα ενδιαφέρον ή ερέθισμα, για μένα πρωτίστως.
Διαμαντής Αξιώτης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Μένετε στην επαρχία. Νομίζετε ότι το έργο των συγγραφέων που μένουν στην περιφέρεια έχει ευρύτερη προβολή και αποδοχή από ό,τι αν έμεναν στα μεγάλα αστικά κέντρα;

Στα πρώτα μου βήματα πίστευα πως τα συγγραφικά-εκδοτικά θαύματα συντελούνται στο κέντρο. Εκεί οι εκδοτικοί οίκοι, οι ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις, οι δοξασμένοι ποιητές και πεζογράφοι, η συνάφεια, η λάμψη, η δόξα. Με την πάροδο του χρόνου και την εξ αποστάσεως πάντα επαφή μου με όλα αυτά, έχασαν το χρώμα τους, χλόμιασαν και εξαερώθηκαν. Αποδείχθηκε επίπλαστη η λάμψη, η δόξα τους με δεκανίκια. Εκτός του ότι, σήμερα πια, η απόσταση με προστατεύει. Με καθιστά ακίνδυνο. 

Παλαιότερα ήσασταν υπεύθυνος σε αρκετά έντυπα περιοδικά πολιτισμού. Τι σας έχει μείνει από αυτή την ενασχόληση;

Η αχλύ από το φωτοστέφανο του παρελθόντος, νοσταλγία και θλίψη. Αναφέρομαι στα περιοδικά Σκαπτή ύλη της Β΄ περιόδου (1978-1983) και Υπόστεγο (1987-1998), μετά διαλειμμάτων. Εκδόσεις και τα δύο τού ακμαίου κάποτε Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών Καβάλας. Από αυτή την ενασχόληση μου έχει μείνει το πνεύμα ομαδικότητας και η φιλία που είχε αναπτυχθεί μεταξύ των συνοδοιπόρων Ελένης Ιορδάνου και Κοσμά Χαρπαντίδη, κατά την επιμέλεια και στήριξη του δεύτερου περιοδικού. Η γνωριμία με όλους τους πρωτοκλασάτους ποιητές και πεζογράφους της χώρας που γνωρίσαμε από κοντά, κουβεντιάσαμε δημιουργικά μαζί τους, τους αγαπήσαμε και μας αγάπησαν. Μας εμπιστεύτηκαν πρωτότυπα κείμενά τους, που φιλοξενήθηκαν στις σελίδες του περιοδικού, κάνοντάς μας υπερήφανους γι’ αυτό. Μου έμεινε η αγωνία για την εξεύρεση χρημάτων, η ζητιανιά για την επίτευξη του επόμενου βήματος. Η χαρά και οι πανηγυρισμοί όταν αυτό επιτυγχάνονταν. Η ικανοποίηση όταν σύσσωμος ο Τύπος του κέντρου αναγνώριζε τις προσπάθειές μας, μας συνέχαιρε και μας ενθάρρυνε για επιτυχή συνέχεια. Η θαυμαστή αχλύ του παρελθόντος, που ανέφερα!

Σήμερα τα περισσότερα έντυπα περιοδικά φθίνουν. Έχουν αλλάξει οι εποχές; Ποια είναι η γνώμη σας για τα ηλεκτρονικά περιοδικά;

Σίγουρα έχουν αλλάξει οι εποχές. Από τη μία πολλά από τα έντυπα περιοδικά κούρασαν με την επανάληψη, με την ευθεία γραμμή που, επί σειρά ετών, ακολούθησαν, με τον εφησυχασμό στον οποίο είχαν βουλιάξει. Πέθαναν, και οι αναγνώστες εγκατέλειψαν δίχως τύψεις τον νεκρό. Αυτό που απομένει είναι ένα λουλούδι στη μνήμη τους. Παρ’ όλα αυτά ορισμένα επιμένουν να δίνουν τον αγώνα τους, και μάλιστα με επιτυχία. Αναφέρομαι στο ακόμη ενδιαφέρον μακρόβιο Εντευκτήριο της Θεσσαλονίκης, στην πεισματική Παρέμβαση της Κοζάνης και στη φανταχτερή Δίοδο της Δράμας.

Τη θέση των έντυπων έσπευσαν να καταλάβουν τα ηλεκτρονικά περιοδικά, με απίστευτη ορμή, υπευθυνότητα, συνέπεια και επιτυχία. Εισέβαλαν δυναμικά στη ζωή μας, διεκδικώντας το μερίδιο που τους ανήκει. Καλή τους επιτυχία.

Σήμερα βλέπουμε πολλούς νέους συγγραφείς να εκδίδουν μυθιστορήματα και ποιήματα. Όλες αυτές οι εκδόσεις βοηθούν να αναδειχτούν νέοι συγγραφείς και να ακουστούν νέες ιδέες;

Άλλο ένα θετικό φαινόμενο είναι η εμφάνιση αξιόλογων πρωτοεμφανιζόμενων νέων ποιητών και πεζογράφων. Με εφόδιο τις γνώσεις, τις πολλαπλές αναγνώσεις τους, τη σοβαρότητα και τον σεβασμό με τον οποίο αντιμετωπίζουν την τέχνη τους, ανάγκασαν τους κριτικούς των μεγάλων εντύπων να τους προσέξουν και να ασχοληθούν μαζί τους. Νέοι, άγνωστοι μέχρι χθες, εκδίδουν, σχετικά εύκολα, τη δουλειά τους, διεκδικώντας διακρίσεις και βραβεία. Εδώ ισχύει αυτό που ήδη αναφέραμε: η κατάργηση των συνόρων, η κατάρριψη του τείχους μεταξύ κέντρου και επαρχίας – ή περιφέρειας, επί του ευγενέστερου. Κοντά σ’ αυτούς –ή το αντίστροφο– οι νέοι, αξιόλογοι, σοβαροί εκδοτικοί οίκοι που δίνουν τον αξιοπρεπή αγώνα επιβίωσής τους. Ευχή μου, να αντέξουν.

Είστε από τους ανθρώπους που τους αρέσει να ονειρεύονται και να κάνουν σχέδια για το μέλλον;

Ονειρεύομαι, ξυπνώ και προγραμματίζω. Και ως γνωστό, ο προγραμματισμός απαιτεί δουλειά, δουλειά, δουλειά. Η έμπνευση έως εκτοπίσεως.

 

 

Το μισό των Κενταύρων
Διαμαντής Αξιώτης
Επίκεντρο
144 σελ.
ISBN 978-960-458-703-2
Τιμή: €7,00
001 patakis eshop

 






Με χίλιους τρόμους γενναίος
Διαμαντής Αξιώτης
Κίχλη
208 σελ.
ISBN 978-618-5004-43-9
Τιμή € 13,00
001 patakis eshop

 

 

 

πηγή : diastixo.gr