Αργυρώ Μαντόγλου: «Σώμα στη βιτρίνα»

2017-06-07 09:03

Αφορμή για το καινούριο μυθιστόρημα της Αργυρώς Μαντόγλου στάθηκε η Κόκκινη Συνοικία στο Άμστερνταμ, η πλακέτα με τα ελληνικά γράμματα στην είσοδο του σπιτιού που έζησε ο Κοραής και φυσικά το έργο του Ρέμπραντ «Γυναίκα στην αγχόνη» με τη δεκαοκτάχρονη Δανέζα Έλσε Κρίστενς στη βιτρίνα της πόλης, τη λεγόμενη Πύλη των Δακρύων, να είναι εκτεθειμένη στα στοιχεία της φύσης. Κυρίαρχη στο βιβλίο η ιστορία της Έλσε, που εν έτει 1664 φτάνει από το χωριό της στη Μεγάλη Πόλη για να δουλέψει, οπουδήποτε, και να αρχίσει μια νέα ζωή. Με ειλημμένη την απόφασή της και κωφεύοντας στις φωνές που προσπαθούσαν να τη μεταπείσουν («θερίζει η πανούκλα εκεί», «κατάρα Θεού πέφτει από τον ουρανό»), η Έλσε πηδάει σ’ ένα κάρο, στριμώχνεται με άλλους τριάντα και φτάνει τελικά στην πόλη με τα πολλά κανάλια, το λιμάνι, τα σπίτια με τα τόσα παράθυρα και τις μυρωδιές από αρώματα και λουλούδια. Καταλύει σ’ ένα σπίτι «εχθρικό», στο διαμέρισμα μιας κακοπροαίρετης στριμμένης γριάς που απαιτεί προκαταβολικά τα νοίκια, και βγαίνει να ψάξει για δουλειά. Μόνο που εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν κι η κοπέλα, που δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό να πάρει από έναν Εβραίο έμπορο το πράσινο μεταξωτό φόρεμα που τη θάμπωσε δίνοντας τα τελευταία της φιορίνια, διαπίστωνε μέρα τη μέρα πως δεν θα μπορούσε να επιβιώσει σ’ αυτή την πόλη αν δεν γινόταν υπηρέτρια ή πόρνη. Εκείνη όμως για άλλα είχε ξεκινήσει, το πίστευε βαθιά, το ονειρευόταν, κι όπως γίνεται συνήθως με τους ανθρώπους που πιστεύουν βαθιά στο όνειρό τους η κοπέλα το πραγματοποιεί. Γίνεται μοντέλο του Ρέμπραντ.


Διαπίστωνε μέρα τη μέρα πως δεν θα μπορούσε να επιβιώσει σ’ αυτή την πόλη αν δεν γινόταν υπηρέτρια ή πόρνη. Εκείνη όμως για άλλα είχε ξεκινήσει, το πίστευε βαθιά, το ονειρευόταν, κι όπως γίνεται συνήθως με τους ανθρώπους που πιστεύουν βαθιά στο όνειρό τους η κοπέλα το πραγματοποιεί. Γίνεται μοντέλο του Ρέμπραντ.

Δεν είναι όμως μόνον η ιστορία της Έλσε που περιγράφεται στο βιβλίο. Κάποιους αιώνες αργότερα, το 2014 συγκεκριμένα, μια Ελληνίδα, η Ελισάβετ, το σκάει από την πατρίδα της και καταλήγει να δουλεύει ως πόρνη στα σπίτια με βιτρίνα της Κόκκινης Συνοικίας. Η Ελισάβετ, ο Άγγελος και η Νατάσα είναι τα πρόσωπα που πλαισιώνουν το σήμερα. Ο Άγγελος προικισμένος με κάτι σαν έκτη αίσθηση, τη «συναισθησία του καθρέπτη», μπορεί να «γεύεται» τους ανθρώπους, να δέχεται απροειδοποίητα την επίθεση των αισθήσεών του, πράγμα που δίνει τη δυνατότητα σε κάποιον χαρακτήρα του έργου να «αισθανθεί» την περιοχή και να ταξιδέψει στον χρόνο, να λειτουργήσει επικοινωνιακά με το παρελθόν. Όλα τα πρόσωπα του έργου διασταυρώνονται στο Άμστερνταμ, όπου το ανθρώπινο σώμα αιώνες τώρα καθίσταται προϊόν προς κατανάλωση. Στο βιβλίο, που καταφέρνει να καταργήσει τα όρια χρόνου και χώρου, αποκαλύπτονται κρυμμένες και αφανείς ιστορίες που έρχονται στο φως μετά από βαθιά, εξονυχιστική έρευνα. Η σύντομη ζωή της Έλσε που συναντά τον Ρέμπραντ γέρο και ανήμπορο για να της εξασφαλίσει την αθανασία με τη ζωγραφική του, και το άδοξο τέλος της είναι μια ιστορία πέρα για πέρα αληθινή, όπως προκύπτει από τις πηγές. Η συγγραφέας, που εκτός από οξυδερκής κριτικός είναι και εκλεκτή μεταφράστρια, εντρύφησε για πολύ χρόνο στο σχετικό αρχειακό υλικό για να αποκαλύψει μιαν εποχή ανελέητης εκμετάλλευσης και χειραγώγησης («το μεγαλύτερο όφελος για τον μεγαλύτερο αριθμό πολιτών»). Μελέτησε κυρίως την ψυχολογία των κοριτσιών που έρχονται στον θαυμαστό καινούριο κόσμο μιας μητρόπολης για ν’ αρχίσουν την επανάστασή τους «πίσω από ένα παράθυρο» και καταλήγουν να γίνουν υπηρέτριες ή να χρησιμοποιήσουν την ομορφιά τους για να γίνουν μοντέλα ζωγράφων. Δεν ήταν όμως λίγες κι αυτές που κατέληγαν στη φυλακή, την αγχόνη ή τα πορνεία, αν και δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους πόρνη ή εκδιδόμενη («θέαμα πρόσφεραν, θέαμα διαδραστικό με τη συμμετοχή του κοινού»!). Άλλωστε, «κάθε κοινωνία που ευημερεί πρέπει να ψυχαγωγείται κι αφού υπάρχουν πλήθη αδύναμων και αφοπλισμένων, πρόθυμων για όποια διαθέσιμη απασχόληση» δεν τίθεται θέμα. Ένας Ρέμπραντ, όμως, που «ζωγράφιζε σαν να κρατούσε έναν καθρέφτη και τον έστρεφε στον κόσμο για ν’ αντικρίσει την ασχήμια και την τρωτότητά του, αυτά δηλαδή που άλλοι δεν ήθελαν να αντικρίσουν, μπορούσε να συλλάβει την έκφρασή τους σε μια φευγαλέα στιγμή και να αποτυπώσει τα συναισθήματά τους», κατάφερε όχι μόνο να αποτυπώσει το φευγαλέο αλλά και να διδάξει το μοντέλο του ότι «όσο πιο ανοιχτά είχε τα μάτια της, τόσο μεγαλύτερη ασχήμια θα έβλεπε κι όσο περισσότερους ανθρώπους συναντούσε, τόσο θα μίκραινε η επιθυμία της να γνωρίσει σε βάθος το ανθρώπινο γένος σε όλες του τις διαστάσεις».

Στο βιβλίο της Αργυρώς Μαντόγλου, που είναι βασισμένο σε πραγματικές καταστάσεις, τέμνονται οι προσωπικές ιστορίες διαφορετικών ανθρώπων, όπως του Άγγελου και της Νατάσας που δουλεύει ως πόρνη δίπλα στο σπίτι του Κοραή κι έχει διαγράψει το παρελθόν της, και της Ελισάβετ, της συγγραφέως που έφτασε ως το Άρσεν της Ολλανδίας για να γράψει. Όλοι στόχευαν κάπου, όλοι όμως ταλαντεύονταν όπως η Έλντε στον πίνακα του μεγάλου ζωγράφου: «Το νεαρό κορίτσι ταλαντεύεται σαν άψυχη κούκλα στον άνεμο. (…) Έτσι την αποθανάτισε ο Ρέμπραντ την Πρωτομαγιά του 1664 κι ακόμη και σήμερα μοιάζει με κοιμισμένο παιδί – ο μεγάλος ζωγράφος περιέσωσε κάτι από την αθωότητά της για την αιωνιότητα».
 

Σώμα στη βιτρίνα
Αργυρώ Μαντόγλου
Μεταίχμιο
408 σελ.
ISBN 978-618-03-0888-4
Τιμή: €16,60

001 patakis eshop
 

 

 

 

 

 

πηγή : diastixo.gr